Μπορεί οι προβλέψεις για τoν ελληνικό τουρισμό το 2022 να εξακολουθούν να είναι ακόμα και τώρα αισιόδοξες, ωστόσο το διακύβευμα για τα περισσότερα ξενοδοχεία θα είναι η βιωσιμότητά τους, αφού οι αυξήσεις των τιμών στα καύσιμα, αλλά και των πρώτων υλών θα ροκανίσουν τις ταμειακές ροές τους, σύμφωνα με όσα αναφέρουν στο ΑΜΠΕ φορείς του κλάδου.
Τιμές του 2019
Πρόκειται για μια «ισορροπία τρόμου» στα οικονομικά των ξενοδοχείων, καθώς, όπως εξηγεί στο ΑΜΠΕ ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ξενοδόχων, Γρηγόρης Τάσιος, το κόστος λειτουργίας φαίνεται να είναι 25% με 30% αυξημένο σε συγκριση με το 2021, με την ενέργεια να πρωταγωνιστεί σε αυτή την εξίσωση το 2022. Είναι χακτηριστικό, συνεχίζει ο κ. Τάσιος, ότι τα ξενοδοχεία που βασίζονται στο μαζικό μοντέλο προσέλκυσης πελατών (τα περισσότερα δηλαδή) έχουν υπογράψει συμβόλαια με τους Tour Operetor’s (οργανωτές ταξιδών), τα οποία φέρουν κλειδωμένες τιμές του 2019.
Τα «κλειδωμένα» συμβόλαια, τα υπογράφουν οι ξενοδοχεικακές επιχειρήσεις ένα χρόνο πριν την έναρξη της νέας τουριστικής χρόνιας και φυσικά δεν χωρούν καμία αύξηση εκπρόθεσμα. Τιμές ανεβάζει ο κλάδος της βραχυχρόνιας μίσθωσης, συμπληρώνει ο κ. Τάσιος. Στο μεταξύ τα δυο προηγούμενα χρόνια, συμπληρώνει ο κ. Τάσιος, δεν έγιναν αυξήσεις τιμών στα συμβόλαια λόγω της πανδημίας και της προσπάθειας να παραμείνει ανταγωνιστικό το τουριστικό πακέτο. «Ο τουρισμός και το ξενοδοχειακό πακέτο δεν είναι πακέτο που το βρίσκεις στο ράφι. Η τιμή του πακέτου στο ράφι αυξάνει, όποτε αυτό πρέπει να γίνει. Στον αντίποδα οι ξενοδόχοι δεν έχουν αυτή την πολυτέλεια, γιατί κλείνουν συμφωνίες έναν χρόνο πριν την έναρξη της χρονιάς» αναφέρει ο πρόεδρος της ΠΟΞ.
Παραμένοντας στο πεδίο των λειτουργικών εξόδων, η πρόεδρος του Ινστιτούτου Τουριστικών Ερευνών και Προβλέψεων, Κωνσταντίνα Σβήνου, τονίζει ότι πλέον το 40% του τζίρου ενός ξενοδοχείου κατευθύνεται σε δαπάνες ενέργειας. Μάλιστα συμπληρώνει ότι το μεγάλο πλήγμα το φέρουν τα ξενοδοχεία συνεχούς λειτουργίας, που με ελάχιστες πληρότητες προσπαθούν να τα καταφέρουν. Είναι χαρακτηριστικό ότι ξενοδοχείο της Αθήνας με χαμηλές πληρότητες σπαταλά σε ενέργεια το 70% του τζίρου του. «Με αυτούς τους όρους δεν είναι βιώσιμο το ξενοδοχείο» σημειώνει η κ. Σβήνου.
Με δεδομένο ότι το 70% των ξενοδοχείων που είναι 1,2,3 αστέρια και δεν μπορoύν να προβούν σε αλλαγές τιμών προς τα πάνω, το βέβαιο είναι ότι ο κλάδος της ξενοδοχίας θα δουλέψει για το κόστος της ενέργειας το 2022, όπως λέει. Πάντως όποια πρόθεση για αύξηση των τιμών στις υφιστάμενες μονάδες αναβάλλεται για το 2023 και πάντα με γνώμονα την ανταγωνιστικότητα του τουριστικού πακέτου. Μάλιστα φέτος το τουριστικό πακέτο για τον υποψήφιο τουρίστα θα επιβαρυνθεί από το μεταφορικό κόστος και όχι από τα ξενοδοχεία, με τον κ. Τάσιο να υπογραμμίζει ότι μόνο το αεροπορικό εισιτήριο θα αυξηθεί από 50 ευρώ εως 100 ευρώ λόγω του καυσίμου. Φυσικά ο προβληματισμός μετακυλείεται και στο κόστος της μετακίνησης με αυτοκίνητο, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τους οδικούς προορισμούς της χώρας.
Ένας σημαντικός οδικός προορισμός είναι και η Πελοπόννησος, με τον Δημήτρη Πολλάλη πρόεδρο της Ενωσης Ξενοδόχων Λακωνίας, να εκφράζει στο ΑΜΠΕ την αισιοδοξία του, ότι ακόμα και με αυτές τις δύσκολες συνθήκες, οι διακοπές με αυτοκίνητο μπορούν να είναι σωσίβιο για μια τετραμελή οικογένεια. Και ακόμα περισσότερο, όταν οι τιμές θα είναι ελκυστικές για τον εγχώριο και διεθνή τουρίστα.