Σύμφωνα με νέα έκθεση της McKinsey για λογαριασμό του Παγκόσμιου Συμβουλίου Τουρισμού (WTTC), ο υπερ-τουρισμός μετατρέπει τους ελκυστικούς προορισμούς σε θύματα της ίδιας της δημοφιλίας τους, και μέχρι το 2020, 20 προορισμοί θα προσελκύσουν περισσότερους επισκέπτες από όσους θα προστεθούν αθροιστικά στον υπόλοιπο κόσμο. Αρνητικές συνέπειες, η αποξένωση των κατοίκων της περιοχής, οι περιορισμένες δυνατότητες υποδομής, η μειωμένη τουριστική εμπειρία, η επιβάρυνση των φυσικών πόρων και η απειλή για την πολιτιστική κληρονομιά.
Οι 20 προορισμοί, στο σύνολό τους, εκτιμάται ότι θα αυξήσουν τις διεθνείς τουριστικές αφίξεις, σε σχέση με το 2016, κατά 121 εκατ. μέχρι το 2020, έναντι 72 εκατ. των 59 υπόλοιπων χωρών (στοιχεία Euromonitor). Οι χώρες αυτές αντιπροσώπευαν ήδη το 2016, τα 2 τρίτα σχεδόν του συνόλου των διεθνών τουριστικών αφίξεων στον κόσμο.
Γαλλία, ΗΠΑ, Ισπανία, Κίνα και Ιταλία είναι στις πρώτες θέσεις χωρών με το μεγαλύτερο αθροιστικά ρεύμα διεθνών τουριστών στον κόσμο μέχρι το 2020, οι οποίες σε συνδυασμό με το Ην. Βασίλειο, τη Γερμανία, το Μεξικό, την Ταϋλάνδη και τη Ρωσία θα υποδεχθούν 70 εκατ. περισσότερες διεθνείς τουριστικές αφίξεις σε σχέση με το 2016.
Ανάμεσα στους 20 προορισμούς συγκαταλέγεται και η Ελλάδα, η οποία αναμένεται να αυξήσει τον αριθμό διεθνών τουριστικών αφίξεων κατά 3 εκατ. μέχρι το 2020.
Βασιζόμενη στα στοιχεία από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Τουρισμού που μιλούν για αύξηση των διεθνών τουριστικών αφίξεων κατά 1,8 δισ. μέχρι το 2030, η έκθεση αναφέρει ότι οι αφίξεις αυτές θα συγκεντρωθούν σε πολύ συγκεκριμένους προορισμούς.
Οι τάσεις υπερ-τουρισμού εντοπίζονται από την άνιση κατανομή των διεθνών τουριστικών αφίξεων στους προορισμούς: Η Γαλλία ως η χώρα με το μεγαλύτερο αριθμό διεθνών επισκεπτών, είχε 82 εκατ. διεθνείς τουριστικές αφίξεις το 2016, ενώ η Γερμανία είχε λιγότερες από τις μισές και η Πορτογαλία το ένα τρίτο. Άνιση κατανομή εντοπίζεται και εντός των χωρών, με το Παρίσι να προσελκύει τρεις φορές περισσότερους επισκέπτες σε σχέση με την περιοχή Champagne.
Αυτή η υπερ-συγκέντρωση διεθνών ταξιδιωτών σε λίγους προορισμούς αναμένεται να συνεχισθεί, τονίζει η έκθεση.
Όσον αφορά τις συνέπειες του υπερ-τουρισμού, η έκθεση αναφέρει την αποξένωση των ντόπιων, την υποβάθμιση των τουριστικών εμπειριών, την υπερφόρτωση των υποδομών, τις καταστροφές στη φύση και απειλές στον πολιτισμό και την πολιτιστική κληρονομιά. Το Ντουμπρόβνικ και η Βενετία αναδεικνύονται ως οι πόλεις που αντιμετωπίζουν το μεγαλύτερο πρόβλημα υπερ-τουρισμού.
Η έκθεση αναδεικνύει τρόπους με τους οποίους οι προορισμοί μπορούν να προλάβουν και να ανακουφίσουν τα φαινόμενα υπερ-τουρισμού, με τη κατανομή των επισκεπτών σε διαφορετικές πόλεις, με ρυθμίσεις τιμολογιακής πολιτικής για την εξισορρόπηση της προσφοράς και ζήτησης και με τη ρύθμιση της προσφοράς καταλυμάτων και τον περιορισμό της πρόσβαση σε δραστηριότητες.
Η πρόεδρος και διευθύνουσα σύμβουλος της WTTC, Gloria Guevara, δήλωσε: “Ο τουρισμός αποτελεί δύναμη για γενικό καλό στον κόσμο. Δημιουργεί θέσεις εργασίας και οικονομική ανάπτυξη. Το 2017, ο τουρισμός και τα ταξίδια θα συμβάλουν με σχεδόν 7,9 τρισ. δολ. στην παγκόσμια οικονομία. Με τον κόσμο να γίνεται πλουσιότερος -ένα δισεκατομμύριο περισσότεροι άνθρωποι θα ανήκουν στην παγκόσμια μεσαία τάξη μέχρι το 2030- και τα ταξίδια να γίνονται όλο και πιο προσιτά, ο τομέας μας θα συνεχίσει να αναπτύσσεται. Κάποια μέρη συγκεντρώνουν ένα σημαντικό μερίδιο της ‘πίτας’ των ταξιδιών και του τουρισμού και πιθανόν να απειλούνται από τη ίδια τους τη δημοτικότητα -από περιβαλλοντική, κοινωνική ή αισθητική άποψη.
Οι 20 κορυφαίες τουριστικές χώρες του κόσμου θα δεχθούν περισσότερες αφίξεις μέχρι το 2020 από ό,τι όλος ο υπόλοιπος κόσμος συνολικά. Όπου η τουριστική ανάπτυξη γίνεται αντιληπτή αρνητικά, κάθε προορισμός έχει ένα συγκεκριμένο σύνολο προβλημάτων και προκλήσεων. Ο κοινός όμως παράγοντας είναι ότι χρειάζεται μακροπρόθεσμος σχεδιασμός, όχι βραχυπρόθεσμες πρόχειρες αντιδράσεις. Οι τοπικοί τουριστικοί μάνατζερ πρέπει να συνεργαστούν με όλους τους δημόσιους, ιδιωτικούς και κοινοτικούς φορείς για να αναπτύξουν ένα συνεκτικό σχέδιο για τη δημιουργία και διαχείριση της τουριστικής ανάπτυξης”.