Το πλήθος των διεθνών τουριστών που επισκέφτηκαν την Τουρκία κατά τη διάρκεια του περασμένου έτους αυξήθηκε σημαντικά, διαμορφούμενο στα επίπεδα των 39,4 εκατομμυρίων, γεγονός που συνέβαλε αισθητά ώστε η τουριστική δαπάνη να κινηθεί σε επίπεδα-ρεκόρ. Καθοριστικός ήταν και ο ρόλος της διαρκώς αυξανόμενης δημοφιλίας της γειτονικής χώρας ως shopping προορισμός.
Μάλιστα, σύμφωνα με τα αποτελέσματα πρόσφατης μελέτης, η Κωνσταντινούπολη κατέλαβε την 8η θέση σε παγκόσμιο επίπεδο σε ότι αφορά την διεθνή δαπάνη, η οποία κατάφερε να δεχτεί $16,3 δισεκατομμύρια τουριστικού συναλλάγματος. Αρκεί να σημειωθεί πως τα εν λόγω μεγέθη τοποθετούν την Πόλη μπροστά από άλλους δημοφιλείς Ευρωπαϊκούς προορισμούς, όπως λ.χ. το Λονδίνο, το Παρίσι, η Βαρκελώνη και το Άμστερνταμ.
Όπως καταγράφεται στην προαναφερθείσα μελέτη, αυξημένα εμφανίζονται τα πλήθη των διεθνών τουριστών και δη όσων προέρχονται από τις γειτονικές Αραβικές χώρες, που επισκέπτονται την Τουρκία προκειμένου να πραγματοποιήσουν αγορές και δη στους τομείς των high-end σχεδιαστών μόδας και τα εν γένει luxury brands.
Για την ακρίβεια, οι επισκέπτες της Τουρκίας κατέχουν ένα αξιοσημείωτο ποσοστό στις συνολικές πωλήσεις που πραγματοποιούν τα εμπορικά κέντρα της γειτονικής χώρας, καθώς οι αγορές που πραγματοποιήθηκαν με την χρήση ξένων πιστωτικών καρτών το 2018 ανήλθαν σε 26,3 δισεκατομμύρια Τουρκικές λίρες ($4,5 δισεκατομμύρια), αντιπροσωπεύοντας ετήσια αύξηση της τάξεως του 76%.
Με βάση τα αποτελέσματα της ίδιας μελέτης, οι ταξιδιώτες για αναψυχή ηγούνται των αγορών που πραγματοποιήθηκαν στην εν γένει Τουρκική τουριστική βιομηχανία, καθώς το 87% του συνόλου της δαπάνης πραγματοποιήθηκε από leisure επισκέπτες, ενώ το υπόλοιπο 13% προήλθε από business ταξιδιώτες.
Συνολικά κατά το 2018, ο τουριστικός τομέας συνέβαλε κατά 461,3 δισεκατομμύρια Τουρκικές λίρες (79,4 δισεκατομμύρια δολάρια) στην εθνική οικονομία της. Μέγεθος που αντιπροσωπεύει το 12,1% της συνολικής οικονομίας της γειτονικής χώρας. Παράλληλα, η ανάπτυξη της τουριστικής βιομηχανίας πέρυσι “έτρεξε” με ρυθμούς που υπερέβησαν το 15%, το οποίο είναι υπερτετραπλάσιο του 3,9% με το οποίο κινήθηκε παγκοσμίως.