Αδύναμο branding=έλλειψη ζήτησης!
Σύμφωνα με όσα έχει διαπιστώσει στην πράξη ο κ. Μακρυγιαννάκης, έπειτα από 11 χρόνια επαγγελματικής παρουσίας εκτός των συνόρων, ένα από τα σημεία όπου… χωλαίνουν τα ελληνικά προϊόντα είναι το branding κι η εν γένει αναγνωρισιμότητά τους που κινείται σε χαμηλά επίπεδα. «Κι αυτό, καθώς η συντριπτική πλειοψηφία των παραγωγών κι όσων δραστηριοποιούνται ευρύτερα στην αλυσίδα από τη γη, τη στάνη ή το χωράφι μέχρι τη διάθεση, αδυνατούν να αντιληφθούν τη σημασία κι αποτελεσματικότητα της οργανωμένης προβολής και προώθησης. Κι όμως, η λογική είναι εξόχως απλή: εάν κάποιος δεν γνωρίζει καν την ύπαρξη ενός προϊόντος, την επίγευσή του, το αρμονικό “πάντρεμά” του με άλλες πρώτες ύλες, ενδεχομένως τη συμβολή του στο well being του, τότε είναι κάτι παραπάνω από σίγουρο πως δύσκολα θα το αναζητήσει, πόσο μάλλον θα το επιλέξει και δη ονομαστικά! Αναλογιστείτε το παράδειγμα της περιοχής του Ρετζιάνο στην Ιταλία, που έχει καταφέρει να αποτελεί συνώνυμο με την παρμεζάνα, κάνοντας πράξη το τέλειο branding! Άραγε, πόσοι εκτός των “στενών” συνόρων της πατρίδας μας έχουν γνώση της ύπαρξης, των ποικιλιών ή της γεύσης λ.χ. της γραβιέρας, των αυθεντικών όσο κι αποκλειστικά ελληνικών κρασιών, όπως το ξινόμαυρο, η Μαλαγουζιά, το Ασύρτικο; Δυστυχώς, διαθέτουμε εξαιρετικά προϊόντα-πραγματικό θησαυρό, στα οποία φερόμαστε ως… άνθρακες!».
Αναγνώριση της τίμιας κουζίνας από τον «Οδηγό Michelin»
Καθ’ όλη τη διάρκεια της συζήτησης, ο Μάνος Μακρυγιαννάκης αναφέρεται πολλάκις στη διάσταση της «εκπαίδευσης» περί των ελληνικών γεύσεων και προϊόντων, καθώς επίσης και στην αναγκαιότητα άμεσης ενίσχυσης και υλοποίησης μιας οργανωμένης προσπάθειας με συγκεκριμένη στόχευση και απτό χρονοδιάγραμμα. Μάλιστα, ο ίδιος, κάνοντας πράξη την αμερικανική ρήση «Put your money where your mouth is», κινείται πολυεπίπεδα επί του θέματος. «Όντας πατέρας δύο παιδιών, ένας από τους βασικούς μου προβληματισμούς έχει να κάνει με το να μάθουν να τρέφονται σωστά. Αντλώντας έμπνευση, λοιπόν, από αυτή την ανάγκη, έχω ξεκινήσει να υλοποιώ ένα φιλόδοξο project. Συγκεκριμένα, σε συνεργασία με το Ελληνικό Σχολείο Βρυξελλών, που αριθμεί περισσότερους από 150 μαθητές Δημοτικού, Γυμνασίου και Λυκείου, αλλά και το αντίστοιχο Ευρωπαϊκό Σχολείο που στεγάζεται σε τέσσερα σχολεία με το εκεί ελληνικό τμήμα να έχει περί τους 500 μαθητές σε όλες τις βαθμίδες, πραγματοποιώ αφιλοκερδώς μαθήματα ελληνικής γαστρονομίας. Ουσιαστικά, αναφέρομαι στα παραγόμενα προϊόντα της ελληνικής γης, τις θρεπτικές τους ιδιότητες, τη θετική τους επίδραση κι εν γένει την αξία τους για την υγεία των καταναλωτών, ενώ την ίδια στιγμή μαγειρεύω μαζί με τα παιδιά. Ο στόχος μου είναι αφενός να τους μυήσω στην υγιεινή διατροφή αφετέρου να αντιληφθούν τη σπουδαιότητα και τη βαρύτητα που δύναται να έχουν τα ελληνικά προϊόντα στη διασφάλιση της ευζωίας τους».
Αξίζει να σημειωθεί πως πέρυσι ο σεφ Μακρυγιαννάκης «έτρεξε» ένα εκπαιδευτικό πρόγραμμα διατροφής κι ελληνικής γαστρονομίας, εντάσσοντας τους άθλους του Ηρακλή στο όλο σκεπτικό. Για την ακρίβεια, συνδύαζε κάθε άθλο με μια συνταγή, την οποία εκτελούσε live, μπροστά στα μάτια των μαθητών, αξιοποιώντας πάντοτε πρώτες ύλες που έλκουν την καταγωγή τους στην ελληνική γη. Μια δράση που αν μη τι άλλο λειτουργεί πολλαπλασιαστικά στην πορεία του χρόνου, καθώς… φυτεύεται ο σπόρος της γνώσης σε ιδιαίτερα «εύφορο έδαφος», όπως είναι ο νους των σημερινών μαθητών και αυριανών decision makers. Μάνος Μακρυγιαννάκης