Η φέτα αποτελεί διαχρονικά το σημαντικότερο τυροκομικό προϊόν που η Ελλάδα εξάγει στον Καναδά. Ακολουθούν άλλα τυριά όπως κεφαλοτύρι και κεφαλογραβιέρα. Τα τελευταία χρόνια, οι ελληνικές εξαγωγές αυτών των κατηγοριών τυριών έχουν αυξηθεί σημαντικά.
Παρ’ όλη την άνοδο του ανταγωνισμού, το μερίδιο των ελληνικών εξαγωγών επί των συνολικών εισαγωγών της κατηγορίας τύπου φέτας αυξάνεται σταθερά. Το 2021 ανήλθε σε 68,1%, έναντι 63,3% το 2020, και 47,3% το 2017. Ενδιαφέρον στοιχείο είναι ότι η Δανία το 2017 ήλεγχε το 34,6% της καναδικής αγοράς, ενώ έως το 2021 το μερίδιό της μειώθηκε σταδιακά σε 18,3%. Ίδια εξέλιξη είχαν και οι βουλγαρικές εξαγωγές, από 12,2% επί του συνόλου το 2017 σε 8,2% το 2021.
Η συνολική αξία των εισαγωγών φέτας και τυριού τύπου «φέτας» στον Καναδά σημείωσε σημαντική αύξηση κατά την περίοδο 2017-2021. Είναι αξιοσημείωτο ότι η άνοδος της επιτυχίας της φέτας στην καναδική αγορά προσήλκυσε εξαγωγές από ολοένα και μεγαλύτερο αριθμό χωρών. Το 2021 εμφανίζονται 18 χώρες προέλευσης των εισαγωγών, έναντι 14 το 2020, 9 το 2019 και 2018, και 6 το 2017.
Και σε όρους ποσότητας, παρατηρείται αύξηση των ελληνικών εξαγωγών φέτας σε 914,2 χιλ. κιλά το 2021 από 376,1 χιλ. κιλά το 2017, με ταυτόχρονη αύξηση του ελληνικού μεριδίου αγοράς σε 71,1% το 2021 από 46,6% το 2017.
Από το δείγμα τιμών που ελήφθησαν, προκύπτει ότι μέση τιμή (με αναγωγή στο κιλό) λιανικής πώλησης της ελληνικής φέτας είναι 19,9 ευρώ/κιλό, έναντι 17,8 ευρώ/κιλό για τα τυριά τύπου «φέτας» καναδικής παραγωγής και 23 ευρώ/κιλό για εκείνα που εισάγονται από άλλες χώρες, όπως Δανία, Βουλγαρία, ΗΠΑ. Ωστόσο, η φέτα είτε ελληνική είτε ως συνώνυμο προϊόν καναδικής παραγωγής είναι ένα από τα φθηνότερα τυριά της καναδικής αγοράς.
Στον Καναδά παράγονται πολλά είδη τυριών ειδικού τύπου, ευρέως γνωστών ως «speciality cheese”. Η παραγωγή έχει εξελιχθεί σημαντικά, καθώς παλαιότερα το ενδιαφέρον ήταν εστιασμένο κυρίως στην παραγωγή τυριού τύπου τσένταρ (cheddar), η οποία ξεπερνούσε την συνολική παραγωγή των ειδικών τυριών. Τα τελευταία χρόνια αυξήθηκε η παραγωγή τυριών ειδικού τύπου, καθώς οι καταναλωτές σταδιακά στράφηκαν προς αυτά.
Μεταξύ 1980 – 2010, η παραγωγή των τυριών ειδικού τύπου (εκτός των επεξεργασμένων και τσένταρ) αφ’ ενός τριπλασιάστηκε φτάνοντας τους 245.324 τόνους το 2020, και αφ’ ετέρου η κατηγορία αυτή ξεπέρασε κατά 55% τον όγκο παραγωγής του τυριού τύπου τσένταρ. Μεταξύ των τυριών ειδικού τύπου, κυριαρχεί η παραγωγή τυριού τύπου μοτσαρέλας που ανήλθε σε 154.982 τόνους. Άνω του 80% των τυριών ειδικού τύπου όσο και του τυριού τύπου τσένταρ παράγονται στις Επαρχίες Κεμπέκ και Οντάριο και προορίζονται κυρίως για την τοπική αγορά. Για να καλυφθεί η επιπλέον ζήτηση, αυξήθηκαν οι συνολικές εισαγωγές τυριών όλων των ειδών στον Καναδά σε περίπου 40.000 τόνους τυριού το 2020 από 27.600 τόνους το 2017 (αύξηση 45%).
Οι πληροφορίες προέρχονται από έκθεση του Γραφείου και Εμπορικών Υποθέσεων στο Τορόντο.