Αττικός Αμπελώνας. Η σύγχρονη εικόνα του Αττικού αμπελώνα περιλαμβάνει μοναδικές οινικές ποικιλίες. Το μεράκι, η θέληση και ο επαγγελματισμός των οινοπαραγωγών της Αττικής συντείνουν στο να κοιτά ο ιστορικός αυτός αμπελώνας των 65.000 στρεμμάτων με αισιοδοξία το μέλλον.
Του Νίκου Πολίτη, Sommelier
Ο Αττικός αμπελώνας είναι ο αμπελώνας της αρχαίας Αθήνας. Η καλλιέργεια της αμπέλου πραγματοποιούνταν κατά την αρχαιότητα στα Μεσόγεια, στην περιοχή του Διονύσου –βορειοανατολικά της Πεντέλης–, στα Μέγαρα, στην Ελευσίνα και σε άλλες τοποθεσίες της Αττικής. Περνώντας στους νεότερους χρόνους, το 1855 ιδρύεται το οινοποιείο του Δημήτριου Βούλγαρη με γαλλικό εξοπλισμό και Γάλλους τεχνικούς. Επίσης, το 1831 ιδρύεται ο συνεταιρισμός ΜΑΡΚΟ στο Μαρκόπουλο, που το 1917 αποκτά και μονάδα εμφιάλωσης. Το 1882 δημιουργείται η Οινοποιία Καμπά στην περιοχή της Κάντζας, η οποία το 1935 έφτιαξε και τον πρώτο οίνο παλαίωσης, την περίφημη Κάβα Καμπά, αποκλειστικά από ποικιλία Σαββατιανό. Το 1905 ιδρύεται ο Κουρτάκης στο Μαρκόπουλο και το 1908 το οινοποιείο του Συνεταιρισμού των Μεγάρων – με σοβαρές επιδόσεις στις εξαγωγές. Σήμερα, η Αττική αριθμεί 65.000 στρέμματα αμπελώνα και γεωγραφικά χωρίζεται σε τρεις περιοχές: Στην Ανατολική Αττική που περιλαμβάνει τον κάμπο των Μεσογείων, στη Βόρεια Αττική που εκτείνεται από τη Σταμάτα έως και τα σύνορα με τη Βοιωτία και στη Δυτική Αττική με τους αμπελώνες των Μεγάρων και του Κιθαιρώνα. Ουσιαστικά πρόκειται για μία μεγάλη χερσόνησο που βρέχεται ολόγυρα από θάλασσα, με τους ορεινούς όγκους στα βορειοδυτικά να την προστατεύουν από τους ψυχρούς ανέμους. Επίσης, ούτε το χιόνι και οι παγετοί είναι συχνά φαινόμενα.
Κυρίαρχη ποικιλία σταφυλιού στην Αττική είναι το Σαββατιανό, ενώ υπάρχουν κάποιες εκτάσεις με Ροδίτη, Μαλαγουζιά, Ασύρτικο και άλλες λευκές. Στις ερυθρές ποικιλίες εντοπίζονται κυρίως η Μαντηλαριά και το Αγιωργίτικο. Μετά τη φυλλοξήρα που έπληξε την περιοχή τη δεκαετία του ’50, έγινε αναφύτευση και με κάποιες διεθνείς ποικιλίες. Δυστυχώς, σήμερα δεν υπάρχει ζώνη ΠΟΠ (Προστατευόμενη Ονομασία Προέλευσης) του Αττικού αμπελώνα.
Μέχρι το 1992 υπήρχε η ζώνη ΟΠΑΠ Κάντζα, η οποία όμως στη συνέχεια αποχαρακτηρίστηκε. Πρόκειται για ένα πολύ σοβαρό θέμα που έχει να κάνει ουσιαστικά με την πιστοποίηση της ταυτότητας και της ποιότητας των κρασιών της περιοχής από τους κρατικούς φορείς – πράξη που παρέχει πρακτικά προστιθέμενη αξία στο προϊόν και είναι απαραίτητο να δρομολογηθεί άμεσα.
“ Oι οινοπαραγωγοί της Αττικής πειραματίζονται με σύγχρονες μεθόδους, βελτιώνοντας συνεχώς το τελικό αποτέλεσμα.”
Σαββατιανό… ο βασιλιάς του Αττικού αμπελώνα
Πρόκειται για την κατ’ εξοχήν γηγενή ποικιλία της Αττικής και από τις πιο διαδεδομένες στην Ελλάδα. Συναντάται ακόμη στη Βοιωτία, στην Εύβοια και αλλού. Παρουσιάζει αντοχή στο ξηροθερμικό κλίμα της Αττικής αλλά και στις ασθένειες. Είναι πολυδύναμη ποικιλία από την οποία παράγονται:
l οίνοι λευκοί ξηροί με δυνατότητα παλαίωσης,
l οίνοι γλυκείς,
l αφρώδεις οίνοι,
l φυσικοί οίνοι (χωρίς θειώδη).
Επίσης, το Σαββατιανό είναι κυρίως η ποικιλία που χρησιμοποιείται για την παραγωγή της ρετσίνας. Η εικόνα του σήμερα είναι εξαιρετική. Η νέα γενιά Σαββατιανών προέρχεται από αμπέλια μη αρδευόμενα, με χαμηλές στρεμματικές αποδόσεις (400 κιλά/στρέμμα), μέσης ηλικίας 50 ετών, τα οποία –σε συνδυασμό με την εφαρμογή μοντέρνων τεχνικών οινοποίησης– μας δίνουν κορυφαία κρασιά που σαρώνουν τα βραβεία στους διεθνείς διαγωνισμούς. Το μέλλον δείχνει ευοίωνο για την ποικιλία αυτή. Όχι μόνο το κεφάλαιο «Σαββατιανό» δεν έχει εξαντληθεί, αλλά ανακαλύπτονται συνεχώς καινούργια στοιχεία και αρετές της ποικιλίας. Έτσι, στο κοντινό μέλλον θα έχουμε κρασιά με επιδόσεις εφάμιλλες διάσημων περιοχών, όπως της Σαντορίνης. Αυτό θα συμβάλει στην αναβάθμιση της γενικότερης εικόνας των ελληνικών κρασιών στο εξωτερικό.
Τα… ταίρια του Σαββατιανού
Τα κρασιά από Σαββατιανό διαθέτουν αρώματα φρούτων, όπως το αχλάδι, το ροδάκινο αλλά και τα εσπεριδοειδή, που συνυπάρχουν μαζί με αρώματα λουλουδιών. Πολλές φορές συναντάμε και βοτανικό χαρακτήρα με ορυκτές νύξεις. Τεχνικές οινοποίησης –όπως είναι η χρήση ιθαγενών ζυμών, η παραμονή με τις οινολάσπες και το πέρασμα από βαρέλι– βελτιώνουν τα ποιοτικά χαρακτηριστικά του κρασιού, χαρίζοντας όγκο, πολυπλοκότητα και διάρκεια στο τελείωμα.
Συνοδεύει πληθώρα γεύσεων: πράσινες σαλάτες, πουλερικά και λευκά κρέατα, θαλασσινά και άπαχα ψάρια, διάφορα σουφλέ ή τάρτες λαχανικών, πάστα και ριζότο με θαλασσινά, κατσικίσια τυριά, πιάτα ασιατικής κουζίνας, όπως νουντλς, τηγανητό ρύζι και τηγανητούς μεζέδες. Σαββατιανό που έχει περάσει από βαρέλι δίνει άλλη διάσταση σε μεγάλο ψάρι, ψητό στα κάρβουνα.