Επιστολή προς τον Πρωθυπουργό με κοινοποίηση στον Υπουργό Οικονομίας & Οικονομικών απέστειλε η ΠΟΕΣΕ για το θέμα της ενδεχόμενης αύξησης του ΦΠΑ στην Εστίαση. Η Ομοσπονδία καλεί την κυβέρνηση να αναθεωρήσει αυτή την απόφασή της διότι θεωρεί πως θα προκαλέσει έκρηξη τιμών.
Η επιστολή που έδωσε στη δημοσιότητα η Πανελλήνια Ομοσπονδία Εστιατορικών & Συναφών Επαγγελμάτων έχει ως ακολούθως:
«Κύριε Πρωθυπουργέ,
Η εξελισσόμενη «φορο-τρομοκρατία» των τελευταίων ημερών έχει προκαλέσει ένα σπιράλ ανασφάλειας και απογοήτευσης στην αγορά. Παρά τις πρόσφατες προεκλογικές διαβεβαιώσεις του κυβερνώντος κόμματος περί μη αύξησης φόρων και τις παλαιότερες προεκλογικές υποσχέσεις σας για μονιμοποίηση των μειωμένων χαμηλών συντελεστών στην εστίαση οι νομοθετικές πρωτοβουλίες της κυβέρνησης και το σχέδιο Προϋπολογισμού για το 2024 νομιμοποιούν τις αιτιάσεις όχι μόνο για αναντιστοιχία των ακολουθούμενων πολιτικών με την πραγματικότητα, αλλά και για συνειδητή πολιτική εξαπάτηση ελεύθερων επαγγελματιών και μικρών επιχειρήσεων.
Από τότε που καθιερώθηκε ο ΦΠΑ στην Ελλάδα συνεχώς μεταβάλλεται ανάλογα με την οικονομική συγκυρία- στα αναψυκτικά και το αλκοόλ έχει παραγίνει το κακό
Ατελείωτες, συχνά αδικαιολόγητες, αλλαγές του ΦΠΑ
Είναι κοινός τόπος ότι ο Φ.Π.Α. ο οποίος είναι ένας οριζόντιος έμμεσος φόρος που επιβάλλεται επί της αξίας των αγαθών και υπηρεσιών, επιβαρύνει περισσότερο τα χαμηλότερα εισοδηματικά στρώματα, δεδομένου ότι πρόκειται για φόρο που καταβάλλεται σε κάθε στάδιο της παραγωγής και συναλλαγής και επιβαρύνει τον τελικό καταναλωτή. Ο Φ.Π.Α δεν αποτελεί έσοδο για τις επιχειρήσεις οι οποίες παίρνουν τον φόρο από τους καταναλωτές και τον αποδίδουν στο Δημόσιο, λειτουργώντας επί της ουσίας ως φοροεισπράκτορες.
Μέχρι σήμερα, στην Ελλάδα ο κανονικός συντελεστής ΦΠΑ είναι στο 24% που αποτελεί τον 4ο μεγαλύτερο συντελεστή σε επίπεδο Ε.Ε. και όπως είναι επόμενο επιβαρύνει υπέρμετρα τα προϊόντα και υπηρεσίες καθώς αυξάνει την τελική τιμή τους, δηλαδή επιβαρύνει τον καταναλωτή, κατά το ¼ σχεδόν.
Από τότε που καθιερώθηκε ο ΦΠΑ στην Ελλάδα συνεχώς μεταβάλλεται ανάλογα με την οικονομική συγκυρία. Χαρακτηριστικό παράδειγμα συχνής και έντονης αυξομείωσης αποτελεί ο ΦΠΑ στην εστίαση τα τελευταία 15 περίπου χρόνια. Συγκεκριμένα, το 2011 αυξήθηκε οριζόντια στις υπηρεσίες και τα προϊόντα από το 13% στο 23%, ενώ μάλιστα αναμενόταν το Δημόσιο να εισπράξει περίπου 1δις € από αυτήν την αύξηση εισέπραξε μόλις 160 εκ. € λόγω μείωσης της συνολικής κατανάλωσης.
Το 2013 μειώθηκε προσωρινά από το 23% στο 13%. Το 2015 αυξήθηκε εκ νέου από το 13% στο 23% και περαιτέρω το 2016 στο 24% για να μειωθεί ξανά στο 13% το 2019 με εξαίρεση τη διάθεση αλκοολούχων και μη αλκοολούχων ποτών, χυμών και ροφημάτων. Το 2020 η μείωση του ΦΠΑ στο 13% επεκτάθηκε προσωρινά και στα μη αλκοολούχα ποτά, χυμούς και ροφήματα και από τότε με διαδοχικές παρατάσεις ισχύει μέχρι και το τέλος του 2023. Είχε μάλιστα δημιουργηθεί η αίσθηση ότι η μείωση του ΦΠΑ στα μη αλκοολούχα ποτά θα γινόταν μόνιμη. Αντιθέτως, η κυβέρνησης τον επαναφέρει στο 24% από 1/1/2024.
Δυσάρεστος αιφνιδιασμός
Η εξέλιξη αυτή αποτελεί ακόμα έναν δυσάρεστο αιφνιδιασμό λαμβάνοντας υπόψη ότι από τις αρχές του 2023 και μέχρι και τις Εθνικές εκλογές σε πλήθος δημοσιευμάτων γίνονταν αναφορές για μονιμοποίηση των προσωρινά μειωμένων συντελεστών ΦΠΑ στην εστίαση, τις μεταφορές τον τουρισμό, στον πολιτισμό και στα γυμναστήρια μετά την επέκταση του μέτρου μέχρι το τέλος του 2023.
Επιπλέον, σε πλήθος άρθρων αλλά και στο πρόγραμμα της παρούσας κυβέρνησης υπάρχουν αναφορές για περαιτέρω μείωση των επιβαρύνσεων και ουδεμία που να αφορά αύξηση αυτών. Μάλιστα, σε συνεντεύξεις σας, πριν τις εκλογές, είχατε αναφέρει πως ο ΦΠΑ θα μειωθεί σταδιακά και στοχευμένα για όλα τα προϊόντα κατά τη διάρκεια της τετραετίας. Ο μόνος αστερίσκος που είχε θέσει ήταν η πορεία των δημοσίων οικονομικών, η οποία παραμένει καλή δεδομένου ότι τα έσοδα του Δημοσίου για το 2023 είναι καλύτερα, τόσο σε σχέση με το 2022 όσο και εκείνα το εκτιμήσεων.
Όσον αφορά τον ΦΠΑ τα έσοδα για το 2023 είναι κατά 5,4% αυξημένα σε σχέση με το 2022 και κατά 9,1% αυξημένα σε σχέση με τις αρχικές προβλέψεις.
Προφανώς μία τέτοια εξέλιξη θα έχει πολλαπλές αρνητικές επιπτώσεις κυρίως όσον αφορά τις τιμές προϊόντων και υπηρεσιών, ασκώντας περαιτέρω πιέσεις στο γενικό επίπεδο τιμών. Επιπλέον και σε συνδυασμό με την πρόθεση της κυβέρνησης να φορολογήσει με τεκμαρτό τρόπο τους ελεύθερους επαγγελματίες δίνει και ένα ισχυρό σήμα ότι οι αποτυχημένες πολιτικές υπερφορολόγησης επιστρέφουν.
Τα αποτελέσματα των συγκεκριμένων πολιτικών επιλογών οι μικρές επιχειρήσεις αδυνατούν να τα ενσωματώσουν στο κόστος λειτουργίας τους. Η μετακύλιση αυτού του κόστους στις τιμές προϊόντων και υπηρεσιών, που θα εντείνει και θα επιτείνει το σπιράλ ακρίβειας, είναι μονόδρομος επιβίωσης για τις μικρές επιχειρήσεις. Για να μην αποδειχθεί αδιέξοδο για την αγορά, αλλά και για τα νοικοκυριά, σας καλούμε να αναθεωρήσετε αυτόν τον σχεδιασμό έγκαιρα.»