Άγγελος Καλλίας, Γενικός Γραμματέας της ΠΟΞ, Πρόεδρος της Ένωσης Ξενοδόχων Δράμας,
επικεφαλής της Ομάδας Ορεινών Ξενοδοχείων της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ξενοδόχων
Εκτός αγοράς τα ξενοδοχεία στα ορεινά αν δεν ληφθούν άμεσα μέτρα
Κινδυνεύουν να τεθούν εκτός αγοράς τα ξενοδοχεία σε ορεινές περιοχές, στην πλειονότητά τους μικρές οικογενειακές μονάδες συχνά χαμηλότερων κατηγοριών. Η ελάχιστες μέρες λειτουργίας σε συνδυασμό με τον αποκλεισμό τους από χρηματοδοτικά εργαλεία δημιουργούν ασφυκτικό περιβάλλον. Ο Άγγελος Καλλίας, ιδρυτικό μέλος και επικεφαλής της Ομάδας Ορεινών Ξενοδοχείων της ΠΟΞ, εξελέγη γενικός Γραμματέας στο νέο ΔΣ της ΠΟΞ. Ασχολείται εδώ και χρόνια προκειμένου να αναδείξει τα προβλήματα, τις ιδιαιτερότητες και τις προκλήσεις των «μειονεκτικών ξενοδοχειακών μονάδων» των ορεινών περιοχών αλλά και των μικρών και οικογενειακών και χαμηλότερων κατηγοριών ξενοδοχείων που αν και αποτελούν την πλειονότητα της ελληνικής τουριστικής / ξενοδοχειακής οικογένειας (και πολύ περισσότερο στις ορεινές περιοχές) δεν φαίνεται να έχουν αποκτήσει ούτε την αντίστοιχη φωνή ούτε την αντίστοιχη αντιμετώπιση.
Τουριστική Αγορά: Ποια είναι τα βασικότερα θέματα, τα προβλήματα και οι προκλήσεις που απασχολούν την ομάδα ξενοδοχείων χειμερινών / ορεινών περιοχών;
Άγγελος Καλλίας: Το έργο που έχουμε επιτελέσει τα τελευταία τρία χρόνια είναι πολύ σημαντικό, τόσο για τα ορεινά ξενοδοχεία όσο και για την ίδια την ομοσπονδία. Για πρώτη φορά έχει γίνει πλήρης καταγραφή των θεμάτων -προβλημάτων που απασχολούν τους συναδέλφους στην ορεινή Ελλάδα, την άλλη Ελλάδα όπως πλέον συνηθίζουμε να λέμε, με αποτέλεσμα να έχουμε δημιουργήσει μία ατζέντα θεμάτων, που αφορά είτε τα ξενοδοχεία μας είτε ακόμα και τους προορισμούς αγγίζοντας και πολλά θέματα που αφορούν παρεμβάσεις επί νομοθεσίας και υποδομών. Ένα από τα βασικά προβλήματα που αντιμετωπίζουμε είναι το υψηλό ενεργειακό κόστος για τη λειτουργία των ξενοδοχείων σε ορεινές περιοχές, κατά τη χειμερινή περίοδο. Το κόστος θέρμανσης είναι ανυπέρβλητο, ειδικά για μικρά ξενοδοχεία, διότι οι πληρότητες βρίσκονται σε χαμηλά επίπεδα στο σύνολο της χειμερινής τουριστικής περιόδου με εξαίρεση συγκεκριμένες περιόδους και Σαββατοκύριακα.
Στις ορεινές περιοχές, αντιμετωπίζουμε συχνά το πρόβλημα της σύντομης τουριστικής σαιζόν, καθώς η μεγαλύτερη ζήτηση προέρχεται από Έλληνες ταξιδιώτες, οι οποίοι μπορούν να αποδράσουν για ολιγοήμερες εκδρομές κατά συγκεκριμένες περιόδους που δεν υπάρχουν υποχρεώσεις, όπως η εργασία και τα σχολεία. Αυτό δημιουργεί προκλήσεις στη διαχείριση του κόστους λειτουργίας των επιχειρήσεών μας, καθώς με ελάχιστες κρατήσεις πρέπει να καλυφθεί το ενεργειακό, το μισθολογικό και τα λοιπά κόστη. Επιπλέον, τα ορεινά ξενοδοχεία συχνά ανήκουν σε χαμηλότερες κατηγορίες και είναι μικρά, οικογενειακά ξενοδοχεία. Σε μία περίοδο λειτουργίας 130 ημερών αναζητάμε τις 30 με 40 ημέρες, (περίοδος εορτών και Σαββατοκύριακα) ώστε να επιτευχθεί η βιωσιμότητα των επιχειρήσεών μας, φανταστείτε να ίσχυε το ίδιο κατά την καλοκαιρινή περίοδο. Με βάση το παραπάνω είναι αστείο να «πανηγυρίζουμε» για μία πληρότητα 80 % την περίοδο των εορτών κ.ο.κ., να κοιτάμε το δέντρο και όχι το δάσος. Είναι ωραίο να μιλάμε για 12μηνο τουρισμό, αλλά είναι εξίσου ωραίο να είμαστε σε θέση να βάλουμε τις βάσεις και να δημιουργήσουμε 12μηνο τουρισμό, είτε αυτό αφορά υποδομές είτε νομοθετικές παρεμβάσεις, είτε προβολή. Για να επιτευχθεί ο στόχος αυτός θα πρέπει να δούμε -μεταξύ άλλων- μια σειρά από θέματα.
Τουριστική Αγορά: Με δεδομένο ότι σε αυτές τις περιοχές (όπως και στις περισσότερες της χώρας) τα πιο πολλά ξενοδοχεία ανήκουν σε χαμηλότερες κατηγορίες και είναι μικρά ξενοδοχεία και οικογενειακά ξενοδοχεία και παράλληλα ότι παρατηρούμε μια στροφή της ζήτησης προς υψηλότερες κατηγορίες ξενοδοχείων αλλά και ξενοδοχείων φιλικών προς το περιβάλλον, στοιχεία που απαιτούν επενδύσεις εκσυγχρονισμού και αναβάθμισης: Πόσο ανταγωνιστικά μπορεί να είναι αυτά στο μέλλον;
Α.Κ.: Δυστυχώς στην ορεινή Ελλάδα η επισκεψιμότητα βασίζεται σε πολύ υψηλά ποσοστά στον εσωτερικό τουρισμό, τους Έλληνες. Δεδομένου ότι η χώρα πέρασε τρεις κρίσεις, οικονομική, υγειονομική, ενεργειακή -τώρα και- πληθωριστική είναι εύκολο να κατανοήσουμε ότι η ρευστότητα στις ξενοδοχειακές επιχειρήσεις είναι πάρα πολύ περιορισμένη -έως ανύπαρκτη- και δεδομένου ότι οι τράπεζες δεν παρέχουν τη ρευστότητα που θα επιθυμούσαμε, είναι πλέον πάρα πολύ δύσκολο όλες αυτές οι επιχειρήσεις να μπορέσουν να προσαρμοστούν στις νέες ανάγκες και τάσεις που αναπτύσσονται τόσο στη χώρα μας όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο Από την άλλη, η κυβέρνηση δεν έχει σταθεί στο ύψος των εξελίξεων ως όφειλε. Εδώ και 3 χρόνια τα ξενοδοχεία σε μικρότερες κατηγορίες 1, 2 και 3* περίπου το 65% του κλάδου έχει μείνει εκτός από σχεδόν όλα τα χρηματοδοτικά εργαλεία, ΕΣΠΑ, Αναπτυξιακός κ.λπ. κάνοντας ακόμα πιο δύσκολη τη δυνατότητα αναβάθμισης των ξενοδοχείων και την προσαρμογή στα νέα δεδομένα.
Σε αυτό το πλαίσιο, η ανταγωνιστικότητα των ξενοδοχείων αυτών στο μέλλον εξαρτάται από την ικανότητά τους να προσαρμοστούν στις νέες απαιτήσεις της αγοράς. Πρέπει να εξετάσουν προσεκτικά τον εκσυγχρονισμό των υποδομών τους, να βελτιώσουν την ποιότητα των προσφερόμενων υπηρεσιών και να εφαρμόσουν περιβαλλοντικά φιλικές πρακτικές. Αυτό μπορεί να γίνει εφόσον ληφθούν υπόψη τα δεδομένα κάθε επιχείρησης και περιοχής που ανήκει, αλλά χωρίς πρόσβαση σε χρηματοδοτικά εργαλεία αυτό φαντάζει απίθανο. Αυτή η διαδικασία απαιτεί σημαντικές επενδύσεις και δένει το μέλλον των ξενοδοχείων με την ικανότητά τους να προσελκύσουν νέους πελάτες, να επεκτείνουν τις υπηρεσίες τους και να διατηρήσουν υψηλά πρότυπα περιβαλλοντικής βιωσιμότητας. Είναι μια πρόκληση που απαιτεί δημιουργικότητα, επιχειρηματική σύνεση και δέσμευση για τη διατήρηση της ανταγωνιστικότητας και την προώθηση του τουρισμού στις ορεινές περιοχές, αλλά αυτά αφορούν τον ξενοδοχειακό κλάδο όπου για να ισχύσουν θα πρέπει αντίστοιχα η πολιτεία να φροντίσει να υλοποιήσει και τις αντίστοιχες υποδομές που θα συνδυαστούν με την αναβάθμιση των επιχειρήσεών μας.